Πηγή: Γ.Κ. Πηλιχός, Εφημερίδα Τα Νέα, Οκτώβριος 1965
Ο όρος «φροντισμένη ταινία στα ελληνικά μέτρα» θα μπορούσε άφοβα να χρησιμοποιηθεί, για αυτή τη χρωματιστή μουσική κωμωδία, που φιλοδόξησε, προφανώς να γίνει μια στα καθ’ ημάς κινηματογραφική παραλλαγή της πασίγνωστης σαιξπηρικής «Στρίγγλας που έγινε αρνάκι» ( αλλά…εις διπλούν) και που, τελικά, έγινε απλώς ένα φιλμ για να αρέσει στο λεγόμενο «πλατύ κοινό». Ανάλογα με το «υλικό» που είχε στα χέρια του ο Ντίνος Δημόπουλος (και σίγουρα δεν είχε το «Φίλησέ με, Καίτη» του Πόρτερ, ούτε τα μέσα, ούτε τους πρωταγωνιστές εκείνης της αξέχαστης αμερικάνικης μουσικής κωμωδίας-διασκευής της «Στρίγγλας») κατάφερε να κάνει μια «ευπρόσωπη» ταινία, που θα ικανοποιήσει το κοινό για το οποίο έγινε∙ γιατί ασφαλώς δεν είναι τίποτα περισσότερο από «ευπρόσωπη» για «πλατύ κοινό» αυτή η ταινία που θέλει να περνάει για «μουσική κωμωδία» με αστειάκια σαν το «Πέθανε πολύ;» ή «Εσύ διαβάζεις βουλωμένο γράμμα» ή «Δεν είναι πολύ φανατικός άντρας», και με τραγουδάκια που ταιριάζουν περισσότερο σε δίλεπτο διαφημιστικό φιλμ για ηλεκτρικές κουζίνες… Αλλά ας σταματήσουμε καλύτερα εδώ, προσθέτοντας μόνο δυο λόγια ακόμα για τους ερμηνευτές. Γενικά, όλοι κάνουν ό,τι μπορούν για να κερδίσουν, ο καθένας με το μέρος του, τον θεατή. Ωστόσο, η Μαίρη Αρώνη κι ο Δημήτρης Καλλιβωκάς κερδίζουν την κούρσα – και μάλιστα, με σημαντική διαφορά από τους άλλους συναδέλφους των.